top of page

Haritini's Blog

Αναζήτηση

Ρούκου - ρούκου, 20 Δεκεμβρίου


«Σήμερα είναι 20 Δεκεμβρίου!» είπε ο Αμπού σαν να έλεγε τα νέα του Αντένα στις 8!

«Σιγά καλέ» σχολίασε ο Αψού χωρίς καν να γυρίσει να τον κοιτάξει. «Σιγά μην είναι και 25!».

«Καλέ σου λέω ότι είναι 20 του μηνός!» ξαναείπε ο Αμπού κάπως θιγμένος που ο Αψού δεν τον είχε πιστέψει.

«Τι; 20 Δεκεμβρίου; Αλήθεια λες; Μα πότε έφτασε; Αμάν, Άγιε Βασίλη μου και όλες οι νεραϊδονονές! Τι θα κάνουμε τώρα; Πώς θα προλάβουμε να τελειώσουμε τις ετοιμασίες μας; Γιατί δεν κάνει κάτι ο Αι Βασίλης να μας βοηθήσει να προλάβουμε;» σχεδόν ξεφώνισε ο Αψού και μετά άρχισε τα αψού χωρίς σταματημό!

Όλα τα ξωτικά έτρεχαν με ρυθμούς εξαιρετικά γρήγορους και οι στοίβες από τα δώρα όλο και μεγάλωναν. Έφτασαν να καταλαμβάνουν ακόμα και τον ελάχιστο ελεύθερο χώρο που είχε μείνει στο εργαστήριο.

Ο Αντού είπε: «Ελάτε παιδιά! Πέντε μέρες έμειναν! Βάλτε τα δυνατά σας! Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα νέο τραγούδι που θα μας δώσει ρυθμό και ώθηση για να μπορέσουμε να προλάβουμε τα υπόλοιπα παιγνίδια!»

Εκεί που το ηθικό είχε κάπως πέσει, κι όταν λέω «κάπως» εννοώ στα πατώματα, ξεκίνησαν όλοι μαζί ένα νέο τραγούδι! Σύντομα το εργαστήριο θύμιζε ντισκοτέκ, καθώς όλοι οι ξύλινοι τοίχοι του κουνιόταν από τον ρυθμό του τραγουδιού. Ο Άγιος Βασίλης ήταν στο ωραίο γραφείο του και έτρωγε πίτα από κάστανα, βουτηγμένα σε μέλι, όταν άρχισε ο πανζουρλισμός. Ανησύχησε και φώναξε τα αρχι-ξωτικά, που ήταν υπεύθυνα να φροντίζουν για όλα τα θέματα των δώρων.

«Καλά έχετε τρελαθεί τελείως;» ξεφούρνισε, μόλις πάτησαν το πόδι τους στο γραφείο του. «Αφού δεν έχουμε ακόμα ετοιμάσει τις παραγγελίες για όλα τα παιδιά της γης εσείς το ρίξατε στις γιορτές;».

«Ως προς αυτό, Άγιε, μάλλον έχεις δίκιο! Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, που είναι πάντα ακριβείς, βρισκόμαστε δύο μέρες πίσω στα δώρα που πρέπει να ετοιμάσουμε» είπε με μορφωμένο, σοβαρό ύψος ο αρχι-λογιστής!

«Καλά πλάκα μου κάνεις;» ρώτησε ο Άγιος Βασίλης έτοιμος να εκραγεί. «Δηλαδή μου λες ότι θα κάνουμε Χριστούγεννα στις 27 Δεκεμβρίου φέτος; Αυτό κι αν είναι!» είπε ο Άγιος και τον έπιασε ένα ακατάσχετο νευρικό γέλιο!

«Βρε να δεις που θα γίνει και αυτό!» ψέλλιζε ανάμεσα στα γέλια «Φέτος θα κάνουμε χριστούγεννα δύο μέρες αργότερα! Θα πρωτοτυπήσουμε!»

Τα ξωτικά δεν μιλούσαν. Αναρωτιόνταν εάν το εννοούσε. Πράγματι θα έκαναν Χριστούγεννα στις 27; Μπα, δεν μπορεί… αστείο είναι … σκέφτονταν. Αποκλείεται αυτό να γίνει. Ούτε για αστείο δεν είχε ειπωθεί κάτι τέτοιο ποτέ στο παρελθόν. Προσπαθούσαν να καταλάβουν τι σκεφτόταν ο Άγιος, αλλά πίσω από την τεράστια λευκή γενειάδα και το σκουφί που κάλυπτε μέρος του προσώπου του δεν ήταν εύκολο να μαντέψουν αυτά που περνούσαν από το πολυμήχανο μυαλό του. Οπότε, δεν έβγαζαν άχνα, περιμένοντας την συνέχεια.

«Γιατί δεν μιλάτε; Γιατί δεν γελάτε; Τι πάθατε;» ξαφνικά τους ρώτησε, ενώ συνέχισε «Για πείτε μου εσείς σοφά ξωτικά τί θα πρέπει να κάνουμε για να καλύψουμε αυτές τις δύο μέρες που μας λείπουν; Εσύ Αψού τι προτείνεις; Εσύ Αντού; Είμαι όλος αυτιά» είπε μ’ ένα ύψος που δεν μπορούσαν να πουν αν σοβαρολογεί ή κοροϊδολογεί.

Όλα τα ξωτικά σκέπτονταν και έξυναν το κεφάλι τους, μάλλον το σκουφάκι τους, και τα κουδουνάκια στην κορυφή του σκούφου τους κουδούνιζαν όλα μαζί! Όμως, καμία καλή ιδέα δεν τους κατέβαινε για το πώς θα μπορούσαν να φτιάξουν όλα τα υπόλοιπα δώρα.

«Άγιε Βασίλη» είπε ξαφνικά ο Αντού «μήπως πρέπει να κόψουμε τα διαλείμματα μέχρι τα Χριστούγεννα;»

«Άγιε Βασίλη» πετάχτηκε αμέσως ο Αψού «μήπως πρέπει να βάλουμε τα παιδιά να φτιάχνουν κι εκείνα δώρα;»

«Άγιε Βασίλη» αναφώνησε ο Αμπού «μήπως να μην πηγαίνουμε για φαγητό τις επόμενες ημέρες γιατί χάνουμε πολύ χρόνο;».

Ο Αι Βασίλης τους κοίταξε προσεκτικά, σαν να έβλεπε για πρώτη φορά τα πρόσωπά τους. Κάτι άλλο σκεφτόταν, κάτι άλλο τριγύριζε στο μυαλό του … Ένα πλατύ χαμόγελο άρχισε να σχηματίζεται στο πρόσωπό του. Κάποια φαεινή ιδέα του είχε κατέβει! Κάθε φορά που είχε μία φαεινή ιδέα, ένα παράξενο χαμόγελο σχηματιζόταν στο πρόσωπό του και έπαιρνε το ύφος του Σέρλοκ Χολμς που είχε λύσει ένα ακόμα μυστήριο!

«Τρία Άλφα, νομίζω ότι από την πολύ δουλειά σάς έχουν στρίψει οι βίδες!» είπε γελώντας. Όταν είχε τα κέφια του, έτσι τους φώναζε από τα αρχικά του όνοματός τους που ήταν όλα Άλφα! «Ούτε να σκεφτείτε, δεν μπορείτε! Άσε που μου θυμίζετε τους ανθρώπους, τόσο λογικά και επίπεδα που σκέφτεστε! Η λύση είναι απλή. Θα προσθέσουμε δώδεκα ώρες σε κάθε μέρα και έτσι μέχρι τα Χριστούγεννα θα είμαστε ακριβώς εκεί που χρειαζόμαστε, και θα έχουμε προλάβει μια χαρά!»

Τα ξωτικά τον κοίταγαν κάπως αποσβολωμένα. Τι είπε; αναρωτιόνταν και οι τρεις. Μήπως έχει πιεί εκείνο το ποτό από Γκυ και Ου, που φτιάχνει η κυρά-Βασίλαινα κάθε χρόνο τέτοια εποχή και τον βάρεσε στο κεφάλι; Μήπως τον κέρασε ο φίλος του ο Μάγος Αλμπάρ από το ποτό που φτιάχνει με πευκοβελόνες που τις παίρνει ο αέρας και έχει τελείως απογειωθεί; Προσπαθούσαν να σκεφτούν αν μπορεί να γίνει αυτό και αν εκείνος, επειδή ήταν ο Άγιος Βασίλης, μπορούσε να καταφέρει αυτό. Μπορεί άραγε;

Είχαν χαθεί στις σκέψεις τους όταν ακούστηκε η φωνή του να τους απαντά, λες και είχε διαβάσει το μυαλό τους: «Και βέβαια μπορώ να το κάνω! Όχι μόνο εγώ, αλλά καθένας, αρκεί να ξέρει τα μαγικά λόγια! Να λοιπόν πώς γίνεται και τι χρειάζεται να ξέρετε…». Δεν πρόλαβε να τελειώσει την φράση του και τα τρία ξωτικά άρχισαν όλα μαζί να κάνουν ερωτήσεις για το τι και το πώς. Εκείνος σήκωσε το χέρι κάνοντας νεύμα να ησυχάσουν.

«Χα, χα, χα! Τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται! Κάθε πράγμα που γίνεται σ’ αυτό τον κόσμο έχει και το μυστικό του! Έχει την κρυφή ζωή του, και την κρυμμένη του όψη! Έτσι και αυτό που κάνουμε εμείς εδώ στον Βόρειο Πόλο κάθε χρόνο για τόσα πολλά χρόνια έχει και αυτό την δική του μυστική δύναμη, την δική του κρυφή ζωή!

Ως τώρα δεν είχα πει τίποτα γι’ αυτό γιατί δεν είχε χρειαστεί, αλλά τώρα ήρθε η ώρα. Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή. Θέλω λοιπόν να σκεφτείτε ότι ο χρόνος είναι ένα σκοινί! Όχι ένα συνηθισμένο σχοινί, αλλά ένα σχοινί ελαστικό που τεντώνεται σαν λάστιχο!

Φανταστείτε λοιπόν ότι δένουμε αυτό το λαστιχένιο σκοινί ανάμεσα σε δύο δένδρα. Το ένα δένδρο είναι το τώρα και το άλλο δένδρο είναι μια ώρα μετά από τώρα. Άρα η διαδρομή από το ένα δένδρο στο άλλο είναι μια ώρα! Αν εμείς σταθούμε στην μέση της απόστασης, και τεντώσουμε το λαστιχένιο σκοινί από τα πλάγια, αυτό επειδή είναι ελαστικό θα τεντωθεί και θα μακρύνει! Όμως η απόσταση ανάμεσα στα δύο δένδρα δεν θα έχει αλλάξει! Θα συνεχίζει να είναι μία ώρα!

Εμείς μπορούμε να κάνουμε ένα, δύο, τρία βήματα προς τα πίσω από εκεί που στεκόμαστε και να τεντώσουμε το σχοινί, δηλαδή μπορούμε ν’ απομακρυνθούμε και άλλο από τα δένδρα. Όσο μακριά κι αν πάμε όμως η απόσταση ανάμεσα στα δύο δένδρα θα συνεχίσει να είναι η ίδια! Απλώς, το μήκος του λαστιχένιου σχοινιού θα είναι πολύ μεγαλύτερο! Άρα ενώ για εμάς ο χρόνος θα είναι 20 ώρες, ας πούμε, ανάμεσα στα δένδρα ο χρόνος θα συνεχίζει να είναι μία ώρα!

Αυτό πια κι αν άφησε τα καημένα τα ξωτικά αποσβολωμένα! Τι’ ταν και τούτο πάλι! Ο Άγιος Βασίλης αστροφυσικός! Ε, αυτό δεν το περίμεναν! Τον κοιτούσαν και ήταν φανερό ότι δεν είχαν καταλάβει τίποτα απ' αυτήν την μάλλον επιστημονική εξήγηση! Εκείνος όμως φαινόταν πολύ ευχαριστημένος! Ένιωθε καλά που είχε γίνει για λίγη ώρα αστροφυσικός! Με μια κίνηση του χεριού του τους καθησύχασε.

«Καλά, δεν χρειάζεται να ξέρετε όλες αυτές τις λεπτομέρειες! Αυτό που χρειάζεται να ξέρετε είναι το ΧρονοΤράγουδο που κάνει τον χρόνο να τεντώνεται, να μακραίνει σαν λάστιχο, και να κρατά πολύ περισσότερο. Τώρα θα πω τα μαγικά λόγια, αλλά θα πρέπει να τα πείτε κι εσείς. Αν δεν τα λέμε όλοι μαζί σαν ένας δεν θα έχουν αποτέλεσμα! Έστω και ένας να μην τα πει, σημαίνει ότι δεν συμφωνεί και το Κόλπο του Χρόνου δεν μπορεί να συμβεί! Ελάτε, λοιπόν, κατεργάρηδες! Ώρα για μία χρονο-κατεργαριά! Ξεκινάμε:


Ρούκου - ρούκου, ρούκου-ρούκου,

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!

Μαζί όλοι τον έχουμε, μαζί όλοι τον πάμε,

Μαζί όλοι τον κόβουμε, μαζί και τον πετάμε!

Ρούκου- ρούκου, ρούκου-ρούκου,

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!

Όποιος φοβάται την χρονιά, φοβάται την σκιά του,

αφού κανείς δεν είναι εκεί, να δει τα σχολιανά του!

Ρούκου- ρούκου, ρούκου-ρούκου,

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!

Τον κόβουμε, τον ράβουμε,

τον κάνουμε σακάκι,

στα μέτρα μας τον φέρνουμε,

όποτε δη και λάχει!

Ρούκου- ρούκου, ρούκου-ρούκου,

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!

Τον πλάθουμε, τον φτιάχνουμε,

σε μήκος και σε φάρδος,

σαν ζύμη τον απλώνουμε,

κι ας κάνουμε και λάθος!

Ρούκου- ρούκου, ρούκου-ρούκου,

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!

Τώρα που καταλάβαμε το κόλπο το μεγάλο,

τίποτα δεν μπορεί ξανά να μας εβάλει χάμω!

Ένα παιχνίδι είναι αυτό για να μας τυραννάει,

όμως εμείς το μάθαμε, και πια δεν μας κρατάει!

Έγια μολα, έγια λέσα,

άστον τον χρόνο τον μπαμπέσα!

Έγια μόλα, έγια λέσα

πέρνα απ’ τον χρόνο μέσα!

Πήγαινέ τον, άφησέ τον,

μάγεψέ τον, λύτρωσέ τον!

Έγια μόλα, έγια λέσα,

άστον τον χρόνο τον μπαμπέσα!

Ρούκου- ρούκου, ρούκου-ρούκου

ο χρόνος είναι κουκουρούκου!»


Τα ξωτικά βγήκαν από το γραφείο του Άγιου Βασίλη τραγουδώντας τα λόγια του Χρονοκουκουρούκου. Κάθε ξωτικό πήγε στο πόστο του και έμαθε τα λόγια του ΧρονοΤράγουδου στα άλλα ξωτικά! Σε λίγο, όλο το εργαστήριο αντηχούσε από τον ήχο και τον ρυθμό και τα λόγια του κουκουρούκου. Κάθε φορά που επαναλάμβαναν ένα στίχο όλο και πιο πολύ τεντωνόταν το αόρατο λάστιχο του χρόνου! Κάθε φορά που ξανάρχιζαν το τραγούδι, όλη η χρονο-ατμόσφαιρα μέσα στο εργαστήρι άλλαζε!

Τα ξωτικά τραγουδούσαν, και τα παιγνίδια ως δια μαγείας φτιάχνονταν όλο και πιο γρήγορα και πιο απλά! Κάθε παραγωγή κρατούσε όλο και λιγότερο χρόνο ενώ τα παιχνίδια στοιβάζονταν το ένα πάνω στο άλλο σαν ουρανοξύστες! Υπήρχε ένας ρυθμός σ’ όλο το εργαστήρι και μια μεγάλη εσωτερική χαρά απλωνόταν παντού.

Τα ξωτικά ευχαριστήθηκαν γιατί αυτό που έκαναν, παρότι ήταν κάπως ζαβολιά, αφού ήταν ένα παιχνίδι με το λάστιχο του χρόνου! Αυτό τα βοήθησε να προλάβουν να καλύψουν τις ανάγκες εκατομμυρίων παιδιών που περίμεναν με λαχτάρα τα δώρα τους για τα Χριστούγεννα!

Θυμήσου λοιπόν πως, αν θες να κάνεις τον χρόνο να κρατήσει πιο πολύ, τότε χρειάζεται να πεις αυτό το ποίημα ξανά και ξανά μέσα σου και ο χρόνος θα προσαρμοστεί και εσύ θα ευχαριστηθείς και μετά θα είσαι ικανοποιημένος, μαγεμένος και τρισχαρούμενος!

Και αν θέλεις οι ιστορίες μου να κρατάνε ακόμα περισσότερο, επειδή σου αρέσουν, ξεκίνα το δικό σου ρούκου ρούκου και θα δεις!


Η κουκουρούκου νεράϊδα Χαριτίνη και ο αμαξάς

0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Comentários


bottom of page